- κλειδοπίνακο
- τοπλατύ και βαθύ ξύλινο πιάτο με επικάλυμμα, που χρησιμοποιείται συνήθως στα χωριά για μεταφορά φαγητού έξω από το σπίτι, αλλ. καστανιά.[ΕΤΥΜΟΛ. < κλειδί + πινάκι(ο) «πιάτο». Η λ. μαρτυρείται από το 1884 στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως].
Dictionary of Greek. 2013.